Να Μιμείστε την Πίστη Τους | Μαριάμ
«Ψάλετε στον Ιεχωβά»!
Το κορίτσι κρυβόταν σε ασφαλή απόσταση, με το βλέμμα καρφωμένο σε ένα σημείο ανάμεσα στα καλάμια. Στεκόταν ακίνητη, νιώθοντας την ένταση σε όλο της το σώμα, καθώς ο μεγαλοπρεπής ποταμός Νείλος κυλούσε αργά δίπλα της. Το ίδιο αργά κυλούσε και ο χρόνος, αλλά εκείνη περίμενε και παρακολουθούσε, προσπαθώντας να αγνοήσει τα έντομα που βούιζαν ανέμελα γύρω της. Στο σημείο που κοίταζε, ήταν κρυμμένο ένα αδιάβροχο καλάθι. Μέσα βρισκόταν ο αδελφούλης της. Και μόνο που τον σκεφτόταν εκεί, ολομόναχο και αβοήθητο, σπάραζε η καρδιά της. Αλλά ήξερε ότι οι γονείς της είχαν δίκιο—δεν υπήρχε άλλος τρόπος να σώσουν το μωρό εκείνη την τρομερή περίοδο.
Το κορίτσι αυτό έδειχνε αξιοθαύμαστο θάρρος, και σε λίγο θα χρειαζόταν να δείξει ακόμα περισσότερο. Είχε ήδη αρχίσει να αναπτύσσεται στην καρδιά της μια υπέροχη ιδιότητα—η πίστη. Θα φαινόταν ξεκάθαρα σε πολύ λίγο, και θα διαμόρφωνε ολόκληρη την πορεία της ζωής της. Χρόνια αργότερα, στα γηρατειά της, η πίστη της θα την καθοδηγούσε κατά τη διάρκεια της πιο συναρπαστικής περιόδου στην ιστορία του λαού της. Η ίδια ιδιότητα θα τη βοηθούσε για άλλη μια φορά όταν θα έκανε ένα σοβαρό λάθος. Ποιο ήταν αυτό το κορίτσι; Και τι μπορούμε να μάθουμε από την πίστη της;
Μαριάμ—Το Παιδί των Δούλων
Η Βιβλική αφήγηση δεν αναφέρει το όνομά της, αλλά είναι σχεδόν βέβαιο για ποια μιλάμε. Ήταν η Μαριάμ, το μεγαλύτερο παιδί του Αμράμ και της Ιωχαβέδ, δύο Εβραίων δούλων στη γη της Αιγύπτου. (Αριθμοί 26:59) Ο αδελφούλης της θα ονομαζόταν αργότερα Μωυσής. Ο Ααρών, ο μεσαίος αδελφός της, ήταν περίπου τριών χρονών εκείνη την περίοδο. Δεν ξέρουμε ακριβώς την ηλικία της Μαριάμ, αλλά φαίνεται λογικό να υποθέσουμε ότι ήταν κάτω από δέκα.
Η Μαριάμ ζούσε σε σκοτεινούς καιρούς. Επειδή οι Αιγύπτιοι έβλεπαν τον λαό της, τους Εβραίους, ως μεγάλη απειλή, τους είχαν υποδουλώσει και τους καταπίεζαν. Όταν οι δούλοι συνέχισαν να ευημερούν και να αυξάνονται, οι έντρομοι Αιγύπτιοι κατέφυγαν σε κάτι πολύ πιο αποτρόπαιο. Ο Φαραώ διέταξε να θανατώνονται στη γέννα όλα τα αρσενικά μωρά των Εβραίων. Η Μαριάμ σίγουρα ήξερε την πίστη που έδειξαν οι δύο μαίες, η Σιφρά και η Φουά, οι οποίες παρήκουσαν κρυφά αυτή τη διαταγή.—Έξοδος 1:8-22.
Η Μαριάμ είδε επίσης την πίστη των γονέων της. Αφού γεννήθηκε το πανέμορφο τρίτο τους παιδάκι, ο Αμράμ και η Ιωχαβέδ το κράτησαν κρυμμένο τους πρώτους τρεις μήνες της ζωής του. Δεν άφησαν τον νοσηρό φόβο για τη διαταγή του βασιλιά να τους κάνει να ξεφορτωθούν το παιδί τους. (Εβραίους 11:23) Αλλά δεν είναι εύκολο να κρύψεις ένα μωρό, και σύντομα βρέθηκαν μπροστά σε μια τρομερά δύσκολη απόφαση. Η Ιωχαβέδ έπρεπε να αφήσει το παιδί κρυμμένο σε ένα μέρος όπου κάποιος θα μπορούσε να το βρει, κάποιος που θα μπορούσε να το προστατέψει και να το μεγαλώσει. Φανταστείτε αυτή τη μητέρα να προσεύχεται ένθερμα καθώς πλέκει ένα καλάθι από καλάμια, το αλείφει με άσφαλτο και πίσσα για να γίνει αδιάβροχο, βάζει μέσα το αγαπημένο της παιδί και το αφήνει στον Νείλο Ποταμό! Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι εκείνη ζήτησε από τη Μαριάμ να μείνει για να δει τι θα συνέβαινε.—Έξοδος 2:1-4.
Μαριάμ—Αυτή που Έσωσε τον Αδελφό Της
Έτσι λοιπόν, η Μαριάμ περίμενε. Ώσπου τελικά, διέκρινε μια κίνηση. Πλησίαζαν μερικές γυναίκες. Και δεν ήταν συνηθισμένες Αιγύπτιες. Ήταν η κόρη του Φαραώ και οι υπηρέτριές της που έρχονταν για να κάνουν λουτρό στον Νείλο. Ίσως εκείνη τη στιγμή η Μαριάμ έχασε κάθε ελπίδα. Δεν τολμούσε καν να σκεφτεί ότι η ίδια η κόρη του Φαραώ θα αψηφούσε τη διαταγή του βασιλιά και θα επέλεγε να προστατέψει ένα μωρό Εβραίων. Η Μαριάμ σίγουρα προσευχόταν έντονα εκείνες τις στιγμές.
Η κόρη του Φαραώ ήταν η πρώτη που είδε το καλάθι στα καλάμια. Έστειλε λοιπόν τη δούλη της να της το φέρει. Η αφήγηση στη συνέχεια λέει για την πριγκίπισσα: «Όταν άνοιξε το καλάθι, είδε μέσα το παιδί και αυτό έκλαιγε». Αντιλήφθηκε αμέσως τι είχε συμβεί: Κάποια Εβραία μητέρα προσπαθούσε να σώσει τη ζωή του παιδιού της. Αλλά η συμπόνια για αυτό το πανέμορφο μωρό ζέστανε την καρδιά της κόρης του Φαραώ. (Έξοδος 2:5, 6) Η άγρυπνη Μαριάμ σίγουρα διάβασε την έκφραση στο πρόσωπο της γυναίκας. Ήξερε ότι είχε έρθει η στιγμή να δείξει έμπρακτα την πίστη της στον Ιεχωβά. Επιστράτευσε όλο της το θάρρος και πλησίασε τη βασιλική συνοδεία.
Δεν μπορούμε να ξέρουμε τι θα πάθαινε μια μικρή Εβραία δούλη αν τολμούσε να πλησιάσει κάποιον από τη βασιλική οικογένεια και να του μιλήσει. Παρ’ όλα αυτά, η Μαριάμ ρώτησε κατευθείαν την πριγκίπισσα: «Να πάω να φωνάξω μια γυναίκα που θηλάζει, μια Εβραία, για να σου θηλάσει το παιδί;» Πολύ σωστή ερώτηση! Η κόρη του Φαραώ ήξερε ότι δεν ήταν σε θέση να θηλάσει ένα μωρό. Ίσως αντιλαμβανόταν ότι θα ήταν πιο συνετό να το κάνει αυτό κάποια γυναίκα από τον λαό του. Αργότερα εκείνη θα μπορούσε να πάρει το παιδί στο σπίτι της, δηλαδή να το υιοθετήσει, και να αναλάβει την ανατροφή και την εκπαίδευσή του. Η καρδιά της Μαριάμ σίγουρα σκίρτησε από χαρά όταν η πριγκίπισσα της απάντησε με μια λέξη: «Πήγαινε!»—Έξοδος 2:7, 8.
Η Μαριάμ έτρεξε πίσω στο σπίτι να βρει τους ανήσυχους γονείς της. Φανταστείτε την να μπερδεύει τα λόγια της από ενθουσιασμό καθώς λέει τα νέα στη μητέρα της. Η Ιωχαβέδ, εκατό τοις εκατό βέβαιη ότι αυτό ήταν το χέρι του Ιεχωβά, πήγε μαζί με τη Μαριάμ στην κόρη του Φαραώ. Πιθανώς η Ιωχαβέδ προσπάθησε να κρύψει τη χαρά και την ανακούφιση που ένιωσε μόλις η πριγκίπισσα τη διέταξε: «Πάρε αυτό το παιδί μαζί σου και θήλαζέ το για εμένα και εγώ θα σου δίνω μισθό».—Έξοδος 2:9.
Η Μαριάμ έμαθε πολλά για τον Θεό της, τον Ιεχωβά, εκείνη τη μέρα. Έμαθε ότι εκείνος νοιάζεται για τους υπηρέτες του και ότι ακούει τις προσευχές τους. Έμαθε επίσης ότι θάρρος και πίστη δεν δείχνουν μόνο οι ενήλικοι ή οι άντρες. Ο Ιεχωβά ακούει όλους τους πιστούς υπηρέτες του. (Ψαλμός 65:2) Όλοι μας σήμερα—νέοι και ηλικιωμένοι, άντρες και γυναίκες—χρειάζεται να το θυμόμαστε αυτό στους δύσκολους καιρούς που ζούμε.
Μαριάμ—Η Υπομονετική Αδελφή
Η Ιωχαβέδ θήλαζε και φρόντιζε το μωρό. Μπορούμε εύκολα να φανταστούμε πόσο πολύ δέθηκε η Μαριάμ με τον αδελφό της—εξάλλου τον είχε βοηθήσει να σωθεί. Πιθανώς τον βοήθησε να μάθει να μιλάει και πέταξε από τη χαρά της όταν τον άκουσε να λέει για πρώτη φορά το όνομα του Θεού του, Ιεχωβά. Όταν ο αδελφός της μεγάλωσε, ήρθε η στιγμή να τον δώσουν στην κόρη του Φαραώ. (Έξοδος 2:10) Ο αποχωρισμός ήταν σίγουρα επώδυνος για όλη την οικογένεια. Η Μαριάμ πρέπει να ανυπομονούσε πολύ να δει τι άνθρωπος θα γινόταν ο Μωυσής, όπως τον ονόμασε η κόρη του Φαραώ. Θα διατηρούσε άραγε την αγάπη του για τον Ιεχωβά καθώς θα μεγάλωνε ως μέλος της βασιλικής οικογένειας της Αιγύπτου;
Με τον καιρό, φάνηκε ξεκάθαρα ποια ήταν η απάντηση. Χωρίς αμφιβολία, η Μαριάμ ξεχείλισε από καμάρι όταν ο μικρός της αδελφός μεγάλωσε και έγινε ένας άντρας που επέλεξε να υπηρετεί τον Θεό του αντί να εκμεταλλευτεί τις ευκαιρίες που του προσφέρονταν στον βασιλικό οίκο του Φαραώ! Όταν ο Μωυσής ήταν 40 χρονών, πήρε θέση υπέρ του λαού του. Σκότωσε έναν Αιγύπτιο επειδή κακομεταχειριζόταν κάποιον Εβραίο δούλο. Για να γλιτώσει τη ζωή του, ο Μωυσής έφυγε από την Αίγυπτο.—Έξοδος 2:11-15· Πράξεις 7:23-29· Εβραίους 11:24-26.
Τις επόμενες τέσσερις δεκαετίες, ο αδελφός της Μαριάμ ζούσε στην αφάνεια βόσκοντας πρόβατα στη μακρινή Μαδιάμ, και εκείνη πιθανώς δεν είχε καθόλου νέα του. (Έξοδος 3:1· Πράξεις 7:29, 30) Τα χρόνια πέρασαν και η Μαριάμ γέρασε. Χρόνο με τον χρόνο όμως έβλεπε τα βάσανα του λαού της να θεριεύουν διαρκώς.
Μαριάμ—Η Προφήτισσα
Η Μαριάμ ίσως κόντευε τα 90 όταν ο Θεός είπε στον Μωυσή να επιστρέψει για να απελευθερώσει τον λαό Του. Ο Μωυσής και ο Ααρών, ο οποίος τον εκπροσωπούσε, πήγαν μαζί στον Φαραώ για να του ζητήσουν να αφήσει τον λαό του Θεού να φύγει. Σίγουρα η Μαριάμ έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε για να υποστηρίξει και να ενθαρρύνει τα αδέλφια της όταν τους έδιωξε ο Φαραώ. Φυσικά, το ίδιο έκανε και κάθε φορά που επέστρεφαν καθώς ο Ιεχωβά έστελνε τις δέκα πληγές, τη μια μετά την άλλη, για να προειδοποιήσει τους Αιγυπτίους. Τελικά, μετά και τη δέκατη πληγή—την εκτέλεση όλων των πρωτότοκων γιων των Αιγυπτίων—είχε έρθει ο καιρός για τη μεγάλη Έξοδο του Ισραήλ! Φανταστείτε τη Μαριάμ να βοηθάει ακούραστα τους συμπατριώτες της καθώς ο Μωυσής τούς οδηγούσε έξω από την Αίγυπτο.—Έξοδος 4:14-16, 27-31· 7:1–12:51.
Αργότερα, όταν οι Ισραηλίτες παγιδεύτηκαν ανάμεσα στην Ερυθρά Θάλασσα και στον αιγυπτιακό στρατό, η Μαριάμ είδε τον αδελφό της, τον Μωυσή, να στέκεται μπροστά στη θάλασσα, να σηκώνει το ραβδί του, και τη θάλασσα να χωρίζεται στα δύο! Καθώς ο Μωυσής οδηγούσε τον λαό πάνω στον στεγνό πυθμένα, η πίστη της Μαριάμ στον Ιεχωβά σίγουρα βρισκόταν στο απόγειό της. Υπηρετούσε έναν Θεό που μπορούσε να κάνει τα πάντα, να εκπληρώσει κάθε υπόσχεση!—Έξοδος 14:1-31.
Έπειτα, όταν ο λαός πέρασε με ασφάλεια στην αντίπερα όχθη και η θάλασσα συνέτριψε τον Φαραώ και τον στρατό του, η Μαριάμ διαπίστωσε ότι ο Ιεχωβά ήταν πιο δυνατός από τον ισχυρότερο στρατό του κόσμου. Ο λαός υποκινήθηκε να ψάλει έναν ύμνο στον Ιεχωβά. Η Μαριάμ με τη σειρά της μπήκε επικεφαλής των γυναικών, ψάλλοντας με τα εξής λόγια: «Ψάλετε στον Ιεχωβά, γιατί εξυψώθηκε υπέρτατα. Το άλογο και τον αναβάτη του έριξε στη θάλασσα».—Έξοδος 15:20, 21· Ψαλμός 136:15.
Αυτή ήταν μια μοναδική στιγμή στη ζωή της Μαριάμ, μια στιγμή που δεν θα ξεχνούσε ποτέ. Σε εκείνο το σημείο της αφήγησης, η Αγία Γραφή αποκαλεί τη Μαριάμ προφήτισσα. Η Μαριάμ είναι η πρώτη γυναίκα που χαρακτηρίζεται έτσι. Είναι μια από τις λίγες γυναίκες που ο Ιεχωβά επέλεξε για να τον υπηρετούν με αυτόν τον ξεχωριστό τρόπο.—Κριτές 4:4· 2 Βασιλέων 22:14· Ησαΐας 8:3· Λουκάς 2:36.
Η Γραφή λοιπόν μας υπενθυμίζει ότι ο Ιεχωβά μάς παρατηρεί και ότι θέλει πολύ να ανταμείψει τις ταπεινές μας προσπάθειες, την υπομονή μας καθώς και την επιθυμία μας να τον αινούμε. Όλοι μας μπορούμε να δείχνουμε πίστη στον Ιεχωβά—νέοι και ηλικιωμένοι, άντρες και γυναίκες. Πίστη σαν και αυτήν τον ευχαριστεί πολύ. Ποτέ δεν την ξεχνάει και χαίρεται να την ανταμείβει. (Εβραίους 6:10· 11:6) Πόσο μας υποκινεί αυτό να μιμούμαστε την πίστη της Μαριάμ!
Μαριάμ—Η Υπερήφανη
Τα προνόμια και η εξοχότητα φέρνουν ευλογίες αλλά και κινδύνους. Τον καιρό που ο Ισραήλ ελευθερώθηκε από τη δουλεία, η Μαριάμ πιθανότατα ήταν η πιο εξέχουσα γυναίκα του έθνους. Θα άφηνε την υπερηφάνεια και τη φιλοδοξία να την κυριεύσουν; (Παροιμίες 16:18) Δυστυχώς, αυτό συνέβη για μια περίοδο.
Λίγους μήνες μετά την Έξοδο, ο Μωυσής υποδέχτηκε κάποιους που ήρθαν από μακριά—ήταν ο πεθερός του, ο Ιοθόρ, μαζί με τη γυναίκα του Μωυσή, τη Σεπφώρα, και τους δύο γιους τους. Ο Μωυσής την είχε παντρευτεί στη διάρκεια της 40χρονης παραμονής του στη Μαδιάμ. Κάποια στιγμή νωρίτερα, η Σεπφώρα είχε επιστρέψει στην οικογένειά της στη Μαδιάμ, πιθανώς για να τους επισκεφτεί, και τώρα ο πατέρας της την έφερνε πίσω στο στρατόπεδο των Ισραηλιτών. (Έξοδος 18:1-5) Φανταστείτε την αίσθηση που προκάλεσε ο ερχομός τους! Πιθανότατα, πολλοί ανυπομονούσαν να δουν τη γυναίκα του ανθρώπου τον οποίο ο Θεός είχε διαλέξει για να τους οδηγήσει έξω από την Αίγυπτο.
Χάρηκε άραγε και η Μαριάμ; Ίσως στην αρχή. Αλλά φαίνεται ότι με τον καιρό ενέδωσε στην υπερηφάνεια. Μπορεί να ένιωσε ότι απειλείται, σκεπτόμενη ότι η Σεπφώρα θα έπαιρνε τη θέση της ως η πιο εξέχουσα γυναίκα του έθνους. Σε κάθε περίπτωση, η Μαριάμ και ο Ααρών άρχισαν να μιλούν αρνητικά. Και όπως συμβαίνει συνήθως, ο αρνητισμός γρήγορα έγινε πικρία και κακεντρέχεια. Στην αρχή μιλούσαν κυρίως για τη Σεπφώρα—έκαναν παράπονα ότι δεν ήταν Ισραηλίτισσα αλλά Χουσίτισσα. * Μετά όμως έφτασαν στο σημείο να κάνουν παράπονα ακόμα και για τον Μωυσή. Έλεγαν: «Μόνο τον Μωυσή χρησιμοποίησε ο Ιεχωβά για να μιλήσει; Δεν χρησιμοποίησε και εμάς;»—Αριθμοί 12:1, 2.
Μαριάμ—Η Λεπρή
Σε αυτά τα λόγια της Μαριάμ και του Ααρών, διακρίνουμε ότι ένα ισχυρό δηλητήριο είχε αρχίσει να κυλάει στις φλέβες τους. Ήταν δυσαρεστημένοι με το πώς χρησιμοποιούσε ο Ιεχωβά τον Μωυσή και ήθελαν να ασκούν μεγαλύτερη εξουσία και επιρροή. Μήπως αυτό συνέβαινε επειδή ο Μωυσής ήταν αυταρχικός, υπερήφανος και ματαιόδοξος; Σίγουρα είχε ελαττώματα, αλλά όχι φιλοδοξία και υπερηφάνεια. Η θεόπνευστη αφήγηση λέει: «Στο μεταξύ, ο άνθρωπος αυτός, ο Μωυσής, ήταν πολύ πιο πράος από όλους τους ανθρώπους πάνω στη γη». Όπως και να έχει, η Μαριάμ και ο Ααρών είχαν ξεπεράσει τα όρια και βρίσκονταν σε κίνδυνο. Όπως λέει η αφήγηση: «Ο Ιεχωβά άκουγε».—Αριθμοί 12:2, 3.
Ξαφνικά, ο Ιεχωβά κάλεσε τα τρία αδέλφια στη σκηνή της συνάντησης. Εκεί, το επιβλητικό σύννεφο καπνού, το οποίο αντιπροσώπευε την παρουσία του Ιεχωβά, κατέβηκε και στάθηκε στην είσοδο. Τότε ο Ιεχωβά μίλησε. Επέπληξε τη Μαριάμ και τον Ααρών, υπενθυμίζοντάς τους τη μοναδική σχέση που είχε με τον Μωυσή και τη μεγάλη εμπιστοσύνη που είχε επιλέξει να δείξει σε αυτόν τον άνθρωπο. «Γιατί λοιπόν», ρώτησε ο Ιεχωβά, «δεν φοβηθήκατε να μιλήσετε εναντίον του υπηρέτη μου, εναντίον του Μωυσή;» Η Μαριάμ και ο Ααρών σίγουρα έτρεμαν ολόκληροι. Για τον Ιεχωβά, η ασέβεια που έδειξαν προς τον Μωυσή ισοδυναμούσε με ασέβεια προς Εκείνον.—Αριθμοί 12:4-8.
Η Μαριάμ ήταν προφανώς η πρωταίτια αυτής της ασέβειας, μιας και φαίνεται ότι είχε υποκινήσει τον μικρότερο αδελφό της να στραφεί και εκείνος εναντίον της νύφης τους. Αυτό ίσως εξηγεί γιατί η Μαριάμ ήταν εκείνη που τιμωρήθηκε. Ο Ιεχωβά την πάταξε με λέπρα. Η τρομακτική αυτή ασθένεια έκανε το δέρμα της “λευκό σαν χιόνι”. Αμέσως ο Ααρών ταπείνωσε τον εαυτό του ενώπιον του Μωυσή, ικετεύοντάς τον να μεσολαβήσει για χάρη της, με τα λόγια: «Αυτό που κάναμε ήταν ανοησία». Ο Μωυσής, πράος καθώς ήταν, κραύγασε προς τον Ιεχωβά: «Θεέ, σε παρακαλώ, γιάτρεψέ την! Σε παρακαλώ!» (Αριθμοί 12:9-13) Η αγωνιώδης έκκληση και των δύο φανερώνει πόσο πολύ αγαπούσαν τη μεγαλύτερη αδελφή τους, παρά τα ελαττώματά της.
Η Μαριάμ Συγχωρείται
Ο Ιεχωβά έδειξε έλεος και γιάτρεψε τη μετανοημένη Μαριάμ. Ωστόσο, ζήτησε να μπει σε καραντίνα εφτά ημέρες έξω από το στρατόπεδο του Ισραήλ. Πρέπει να ήταν πολύ ταπεινωτικό για τη Μαριάμ να υπακούσει και να φύγει από το στρατόπεδο με το κεφάλι σκυμμένο. Αλλά η πίστη της την έσωσε. Σίγουρα κατά βάθος ήξερε ότι ο Πατέρας της, ο Ιεχωβά, ήταν δίκαιος και ότι τη διαπαιδαγωγούσε από αγάπη. Έκανε λοιπόν ό,τι της ζητήθηκε. Αυτές τις εφτά μοναχικές ημέρες όλο το στρατόπεδο την περίμενε. Όταν πέρασαν, η Μαριάμ έδειξε και πάλι την πίστη της—αυτή τη φορά με το να δεχτεί ταπεινά “να της επιτραπεί να γυρίσει”.—Αριθμοί 12:14, 15.
Ο Ιεχωβά διαπαιδαγωγεί εκείνους που αγαπάει. (Εβραίους 12:5, 6) Αγαπούσε τη Μαριάμ τόσο πολύ ώστε δεν μπορούσε να μη διορθώσει την υπερήφανη στάση της. Η διόρθωση την πόνεσε, αλλά την έσωσε κιόλας. Επειδή δέχτηκε ταπεινά τη διαπαιδαγώγηση, απέκτησε και πάλι την επιδοκιμασία του Θεού. Έζησε πολλά ακόμα χρόνια και πέθανε λίγο πριν το τέλος της παραμονής των Ισραηλιτών στην έρημο. Όταν πέθανε στην Κάδης στην έρημο Ζιν, πιθανότατα ήταν σχεδόν 130 χρονών. * (Αριθμοί 20:1) Αιώνες αργότερα, ο Ιεχωβά τίμησε στοργικά τη Μαριάμ για την πιστή της υπηρεσία. Μέσω του προφήτη του τού Μιχαία, υπενθύμισε στον λαό του: «Από τον τόπο της δουλείας σε απολύτρωσα· έστειλα μπροστά από εσένα τον Μωυσή, τον Ααρών και τη Μαριάμ».—Μιχαίας 6:4.
Μπορούμε να μάθουμε πολλά από τη ζωή της Μαριάμ. Πρέπει να προστατεύουμε τους ανυπεράσπιστους και να μιλάμε με θάρρος υποστηρίζοντας το σωστό, όπως έκανε και εκείνη όταν ήταν παιδί. (Ιακώβου 1:27) Όπως η Μαριάμ, έτσι και εμείς πρέπει να μεταδίδουμε τις εξαγγελίες του Θεού με χαρά. (Ρωμαίους 10:15) Όπως η Μαριάμ, έτσι και εμείς πρέπει να μάθουμε να αποφεύγουμε το δηλητήριο της ζήλιας και της πικρίας. (Παροιμίες 14:30) Όπως η Μαριάμ, έτσι και εμείς πρέπει να δεχόμαστε τη διόρθωση από τον Ιεχωβά με ταπεινοφροσύνη. (Εβραίους 12:5) Καθώς τα κάνουμε όλα αυτά, θα μιμούμαστε στ’ αλήθεια την πίστη της Μαριάμ.