ΣΙΕΡΑ ΛΕΟΝΕ ΚΑΙ ΓΟΥΙΝΕΑ
1945-1990 “Φέρνουν Πολλούς στη Δικαιοσύνη”. —Δαν. 12:3. (Μέρος 3)
Αντιμέτωποι με την Πόρο
Η πρώτη επίθεση έγινε σε κάποιο χωριό κοντά στο Κοϊντού όπου μια ομάδα αντρών μελετούσε τη Γραφή και παρακολουθούσε τακτικά τις συναθροίσεις. Όπως οι περισσότεροι άρρενες Κίσι, έτσι και αυτοί ανήκαν στην Πόρο, μια μυστική κοινωνία βουτηγμένη στον πνευματισμό. «Όταν τα άτομα που μελετούσαν τη Γραφή αρνήθηκαν να συμμετάσχουν σε δαιμονικές τελετουργίες, ο επικεφαλής της Πόρο έγινε έξω φρενών», εξήγησε ο Τζέιμς Μένσα, ένας εκπαιδευμένος ιεραπόστολος της Γαλαάδ ο οποίος επίσης υπηρέτησε στη Σιέρα Λεόνε. «Ο επικεφαλής και οι υποστηρικτές του χτύπησαν τους άντρες, έκλεψαν την περιουσία τους, έκαψαν τα σπίτια τους, τους αλυσόδεσαν και τους άφησαν να πεθάνουν από την πείνα μέσα στο δάσος. Ο ανώτατος τοπικός αρχηγός ήταν εκείνος που υποκίνησε τις ενέργειες των Πόρο. Παρά την κακομεταχείριση, τα άτομα που μελετούσαν τη Γραφή παρέμειναν σταθερά».
Όταν οι αδελφοί στο Κοϊντού κατήγγειλαν το ζήτημα στην αστυνομία, ο επικεφαλής της Πόρο, οι στενοί του φίλοι και ο ανώτατος αρχηγός συνελήφθησαν. Δικάστηκαν και έλαβαν αυστηρή επίπληξη, ενώ ο ανώτατος αρχηγός τέθηκε σε διαθεσιμότητα σχεδόν για έναν χρόνο. Αυτή η νομική νίκη έγινε ευρέως γνωστή και έδωσε θάρρος σε περισσότερα καινούρια άτομα ώστε να αρχίσουν να παρακολουθούν τις συναθροίσεις. Αργότερα, ο ανώτατος αρχηγός άλλαξε στάση και ενδιαφέρθηκε για την αλήθεια. Όταν διεξάχθηκε κάποια συνέλευση περιοχής στο μέρος του, φιλοξένησε εκπροσώπους και μάλιστα πρόσφερε μια μεγάλη αγελάδα.
Άλλοι ηγέτες της Πόρο δοκίμασαν μια διαφορετική μορφή επίθεσης
«Ας σου δώσει ο Θεός να φας!» τον χλεύαζαν
Όσοι αποχώρησαν από τις μυστικές κοινωνίες αντιμετώπισαν σφοδρή εναντίωση από την οικογένειά τους. Ο Τζόναταν Σέλου, ένας έφηβος από το Κοϊντού, είχε προγόνους που ήταν ιερείς τζούτζου μέχρι τέσσερις γενιές πίσω. Μάλιστα προετοίμαζαν και τον ίδιο για να γίνει ιερέας. Όταν άρχισε να μελετάει τη Γραφή, εγκατέλειψε τις πνευματιστικές του τελετουργίες και θυσίες. Η οικογένειά του τού εναντιώθηκε έντονα, σταματώντας τον από το σχολείο και στερώντας του το φαγητό όταν πήγαινε στις Χριστιανικές συναθροίσεις. «Ας σου δώσει ο Θεός να φας!» τον χλεύαζαν. Ωστόσο, ο Τζόναταν παρέμεινε σταθερός. Δεν πείνασε.
Έμαθε να διαβάζει και να γράφει και αργότερα έγινε τακτικός σκαπανέας. Ο Τζόναταν είχε τη χαρά να δει τη μητέρα του να δέχεται την αλήθεια.Αύξηση σε Άλλες Περιοχές της Χώρας
Το 1960, υπήρχαν εκκλησίες και απομονωμένοι όμιλοι στο Γουότερλου, στο Κίσι, στο Κοϊντού, στο Λουνσάρ, στη Μαγκμπουράκα, στο Μακένι, στη Μογιάμπα, στο Μπο, στο Πορτ Λόκο, στο Φρίταουν και βόρεια στην Καμπάλα. Ο αριθμός των ευαγγελιζομένων εκείνο το έτος εκτοξεύτηκε από 182 σε 282. Πολλοί ειδικοί σκαπανείς ήρθαν από την Γκάνα και τη Νιγηρία για να ενισχύσουν τις αυξανόμενες εκκλησίες.
Τα περισσότερα από τα καινούρια άτομα ανήκαν σε δύο εθνότητες: Τους Κρίο, οι οποίοι ζούσαν εντός και πέριξ του Φρίταουν, και τους Κίσι, οι οποίοι ζούσαν στην Ανατολική Επαρχία. Αλλά καθώς τα καλά νέα συνέχισαν να διαδίδονται, άρχισαν να ανταποκρίνονται και άλλες φυλές. Μεταξύ αυτών ήταν οι Κουράνκο, οι Λίμπα και οι Τέμνε στα βόρεια, οι Μέντε στα νότια, καθώς και άλλες εθνότητες.
Το 1961, η Εκκλησία Φρίταουν Ανατολική αφιέρωσε την Αίθουσα Βασιλείας της. Κατόπιν, η Εκκλησία Κοϊντού αφιέρωσε μια πλινθόκτιστη Αίθουσα Βασιλείας 300 θέσεων η οποία χρησιμοποιούνταν και ως Αίθουσα Συνελεύσεων. Λίγο αργότερα, 40 πρεσβύτεροι παρακολούθησαν τη Σχολή Διακονίας της Βασιλείας
Ήταν ξεκάθαρο ότι ο Ιεχωβά ευλογούσε το λαό του. Στις 28 Ιουλίου 1962, ο Διεθνής Σύλλογος Σπουδαστών της Γραφής, νομικό σωματείο που χρησιμοποιούν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά σε πολλές χώρες, καταχωρίστηκε επίσημα από την κυβέρνηση της Σιέρα Λεόνε.
Ανοίγει ο Δρόμος για τη Γουινέα
Ας στρέψουμε τώρα την προσοχή μας στη γειτονική Γουινέα (προηγουμένως ονομαζόταν Γαλλική Γουινέα). Πριν από το 1958, κάποιοι αδελφοί είχαν δώσει εν συντομία μαρτυρία σε μερικά άτομα καθώς διέσχιζαν τη χώρα, αλλά οι γαλλικές αποικιακές αρχές εναντιώνονταν στο έργο μας. Ωστόσο, το 1958, άνοιξε μια πόρτα ευκαιριών
Αργότερα εκείνο το έτος, ο Μανουέλ Ντιόγκο, ένας γαλλόφωνος αδελφός από τη Δαχομέη (τώρα Μπενίν) ο οποίος ήταν λίγο πάνω από 30 ετών, άρχισε να εργάζεται σε ένα ορυχείο βωξίτη στη Φρία, μια πόλη περίπου 80 χιλιόμετρα βόρεια της πρωτεύουσας, του Κόνακρι. Θέλοντας πολύ να κηρύξει σε αυτόν τον
ανέπαφο τομέα, ο Μανουέλ έγραψε στο γραφείο τμήματος της Γαλλίας ζητώντας έντυπα και βοήθεια από ειδικούς σκαπανείς. Η επιστολή του κατέληγε: «Προσεύχομαι να ευλογήσει ο Ιεχωβά το έργο επειδή υπάρχει πολύ ενδιαφέρον εδώ».Το γραφείο τμήματος της Γαλλίας έγραψε μια ενθαρρυντική επιστολή στον Μανουέλ και τον πρότρεψε να μείνει στη Γουινέα όσο το δυνατόν περισσότερο. Διευθέτησαν επίσης να τον επισκεφτεί κάποιος ειδικός σκαπανέας ώστε να τον εκπαιδεύσει στη διακονία. Ο Μανουέλ εμψυχώθηκε από την ενθάρρυνση και κήρυττε με ζήλο στη Φρία μέχρι το θάνατό του το 1968.
Όταν ο επίσκοπος ζώνης Γουίλφρεντ Γκουτς επισκέφτηκε το Κόνακρι το 1960, βρήκε δύο άλλους Αφρικανούς αδελφούς να κηρύττουν εκεί. Ο αδελφός Γκουτς πρότεινε να τεθεί η Γουινέα υπό τη φροντίδα του γραφείου τμήματος της Σιέρα Λεόνε και όχι του γραφείου τμήματος της Γαλλίας. Αυτή η μετάβαση έγινε την 1η Μαρτίου 1961. Τον επόμενο μήνα, σχηματίστηκε στο Κόνακρι η πρώτη εκκλησία στη Γουινέα.
Το Πνευματικό Φως Διαπερνά το Βροχερό Δάσος
Τα καλά νέα διαδίδονταν επίσης στη νότια Γουινέα. Ο Φάλα Γκόντο, μέλος της φυλής Κίσι που ζούσε στη Λιβερία, επέστρεψε στο χωριό του, το Φοντεϊντού, περίπου 13 χιλιόμετρα δυτικά του Γκουεκέντου. Είχε μαζί του το βιβλίο Από τον Απολεσθέντα Παράδεισο στον Αποκαταστημένο Παράδεισο. Ο Φάλα δεν ήξερε να διαβάζει, αλλά μπορούσε να εξηγεί τις εικόνες του βιβλίου σε άλλα μέλη της φυλής του. «Το βιβλίο προκάλεσε πολλές συζητήσεις», ανέφερε ο ίδιος. «Οι άνθρωποι το αποκαλούσαν το βιβλίο Αδάμ και Εύα».
Ο Φάλα επέστρεψε στη Λιβερία. Βαφτίστηκε και έγινε τελικά ειδικός σκαπανέας. Δύο φορές το μήνα, επέστρεφε στο Φοντεϊντού, για να μελετήσει με έναν όμιλο περίπου 30 ατόμων. Λίγο αργότερα, άρχισε να τον συνοδεύει ο Μπορμπόρ Σίσι, ένας άλλος ειδικός σκαπανέας Κίσι από τη Λιβερία. Μαζί συνέβαλαν στο σχηματισμό ενός ακόμη ομίλου στο Γκουεκέντου. Και οι δύο όμιλοι έγιναν εκκλησίες.
Αναταραχές στο Κόνακρι
Στο μεταξύ, στο Κόνακρι, προμηνύονταν φασαρίες. Λόγω του πολιτικού αναβρασμού, οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι έβλεπαν με καχυποψία τους ξένους. Αρνήθηκαν να χορηγήσουν μόνιμη βίζα σε τέσσερις ιεραποστόλους της Γαλαάδ και τους απέλασαν. Δύο αδελφοί από την Γκάνα συνελήφθησαν με ψευδείς κατηγορίες και έμειναν στη φυλακή σχεδόν δύο μήνες.
Αμέσως μετά την αποφυλάκισή τους, ένας από τους αδελφούς, ο Ιμάνιουελ Ογούσου-Άνσα, συνελήφθη και πάλι και τέθηκε υπό κράτηση σε άθλιες συνθήκες. Μέσα από ένα βρώμικο κελί έγραψε: «Είμαι πνευματικά υγιής, αλλά ο πυρετός δεν λέει να πέσει. Παρ’ όλα αυτά, εξακολουθώ να κηρύττω. Τον περασμένο μήνα, αφιέρωσα 67 ώρες στην υπηρεσία αγρού, και δύο από τα άτομα με τα οποία μελετούσα τη Γραφή άρχισαν να κηρύττουν μαζί μου». Ένας από τους σπουδαστές του γνώρισε την αλήθεια. Έπειτα από πέντε μήνες, ο αδελφός Ογούσου-Άνσα αφέθηκε ελεύθερος και απελάθηκε στη Σιέρα Λεόνε. Μόνο ένας ευαγγελιζόμενος έμεινε στο Κόνακρι.
Το 1969, όταν είχε εκτονωθεί η πολιτική ένταση, έφτασαν στο Κόνακρι ειδικοί σκαπανείς. Πήραν άδεια από τις αρχές για να έχουν Αίθουσα Βασιλείας και μάλιστα τοποθέτησαν επιγραφή σε αυτήν. Σύντομα, περίπου 30 ενδιαφερόμενα άτομα παρακολουθούσαν τακτικά τις συναθροίσεις.
Επειδή διέτρεχαν τον κίνδυνο να τους συλλάβουν, οι αδελφοί κήρυτταν με προσοχή στην αρχή. Αλλά καθώς αποκτούσαν πεποίθηση, επέκτειναν τις προσπάθειές τους. Το 1973, εκείνη η
μικρή εκκλησία διένειμε 6.000 φυλλάδια. Αργότερα, οι ευαγγελιζόμενοι άρχισαν να προσφέρουν περιοδικά σε γραφεία και επιχειρήσεις. Σιγά σιγά, οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι και το κοινό άρχισαν να καταλαβαίνουν και να εκτιμούν το έργο μας. Στις 15 Δεκεμβρίου 1993, εκείνες οι υπομονετικές και επίμονες προσπάθειες είχαν ως αποτέλεσμα τη νομική καταχώριση του Χριστιανικού Συλλόγου των Μαρτύρων του Ιεχωβά της Γουινέας.