Κουνέλια και Φρύνοι—Εισβολείς σε μια Ήπειρο
Κουνέλια και Φρύνοι—Εισβολείς σε μια Ήπειρο
ΑΠΟ ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟ ΤΟΥ ΞΥΠΝΑ! ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ
ΤΟ ΠΕΔΙΟ μάχης είναι ένας κατεστραμμένος, άγονος ερημότοπος. Η περιοχή, που κάποτε ήταν καταπράσινη, τώρα είναι γεμάτη με βαθιές τρύπες. Τα πτώματα των μαχητών κείτονται διάσπαρτα στην επιφάνειά της. Αυτοί οι στρατιώτες δεν φορούν πράσινες στολές καμουφλάζ, ούτε έχουν μπότες και ξιφολόγχες, αλλά απαλές γούνες και κοφτερά δόντια. Είναι η πληγή της Αυστραλίας—τα άγρια κουνέλια.
Κουνέλια, Παντού Κουνέλια
Τα ευρωπαϊκά κουνέλια ξεκίνησαν την επιδρομή τους από το νοτιοανατολικό άκρο της Αυστραλίας το 1859. Αν και εισάχθηκαν για τη διασκέδαση των ντόπιων κυνηγών, σε λίγο το κυνήγι τους δεν γινόταν για ψυχαγωγικούς σκοπούς αλλά αποτελούσε μια απελπισμένη προσπάθεια ελέγχου του αριθμού τους.
Ενώ χρειάστηκαν 900 χρόνια για να αποικίσει το ευρωπαϊκό κουνέλι τη Βρετανία, μέσα σε 50 μόνο χρόνια κατέκλυσε μια περιοχή της Αυστραλίας με έκταση μεγαλύτερη από τη μισή Ευρώπη. Καθώς τα ενήλικα θηλυκά γεννούν ως και 40 μικρά το χρόνο, τα κουνέλια προωθούσαν το μέτωπο της επίθεσης στο εσωτερικό της ηπείρου κατά 100 χιλιόμετρα το χρόνο. Μια έκθεση του Ιδρύματος Αγροτικών Επιστημών (BRS) αναφέρει: «Ο ρυθμός εξάπλωσής του ήταν ο ταχύτερος σε σύγκριση με οποιοδήποτε άλλο αποικιστικό θηλαστικό στον κόσμο». Οι συνέπειες ήταν ολέθριες.
Τα κουνέλια τρώνε τις τροφές των ντόπιων ζώων και οικειοποιούνται τις φωλιές τους. Κατηγορούνται για την εξαφάνιση πολλών ενδημικών ειδών. Μάλιστα, θεωρούνται υπεύθυνα για την αποψίλωση δασών. Όπως εξηγεί ένας ερευνητής, «τρώνε τα
δενδρύλλια και έτσι, όταν πεθαίνουν τα ενήλικα δέντρα, δεν υπάρχουν νεαρά για να τα αντικαταστήσουν». Όταν εισβάλλουν σε κάποιο μικρό νησί, τα αποτελέσματα μπορεί να είναι καταστροφικά. «Τα κουνέλια που εισάχθηκαν στο νησί Λέισαν το 1903 είχαν εξαλείψει ως το 1936 τρία ενδημικά είδη πουλιών και 22 από τα 26 είδη φυτών. . . . Το 1923 το νησί ήταν ένας άγονος αμμότοπος με λίγα καχεκτικά δέντρα», λέει η έκθεση του BRS.Χρησιμοποίηση Όπλων Μαζικής Καταστροφής
Στην Αυστραλία τα κουνέλια πυροβολούνταν, παγιδεύονταν και δηλητηριάζονταν. Ο περίφημος Φράχτης Κατά των Κουνελιών—που διέσχιζε σε μήκος 1.830 χιλιομέτρων την πολιτεία της Δυτικής Αυστραλίας—οικοδομήθηκε σε μια προσπάθεια ανακοπής της επέλασής τους. a Τίποτα, όμως, δεν φαινόταν ικανό να συγκρατήσει το στρατό που εισέβαλλε.
Κατόπιν, το 1950 άρχισε η αντεπίθεση με τη χρήση ενός βιολογικού όπλου—του ιού της μυξομάτωσης. Αυτός ο ιός μείωσε δραστικά τον πληθυσμό των κουνελιών, ο οποίος, όπως υπολογιζόταν, είχε φτάσει τότε στον απίστευτο αριθμό των 600 εκατομμυρίων. Η μυξομάτωση, που μεταδίδεται μέσω κουνουπιών και ψύλλων, προσβάλλει μόνο τα κουνέλια, και έτσι μέσα σε δύο μόλις χρόνια θανάτωσε 500 εκατομμύρια εισβολείς. Ωστόσο, τα κουνέλια έγιναν γρήγορα ανθεκτικά σε αυτή την ασθένεια, και όσα επέζησαν αναπαράγονταν με εκδικητικό μένος. Ως αποτέλεσμα, τη δεκαετία του 1990 ο αριθμός τους είχε εκτοξευτεί στα ύψη, φτάνοντας στα 300 περίπου εκατομμύρια. Υπήρχε απελπιστική ανάγκη για ένα άλλο αμυντικό μέσο.
Άσχημα Νέα—Καλά Νέα
Το 1995 χρησιμοποιήθηκε στην Αυστραλία ένα δεύτερο βιολογικό όπλο, η αιμορραγική ασθένεια των κουνελιών. Η ασθένεια αυτή πρωτοεμφανίστηκε στην Κίνα το 1984. Το 1998 είχε εξαπλωθεί στην Ευρώπη και λίγο αργότερα εξολόθρευσε 30 εκατομμύρια ήμερα κουνέλια στην Ιταλία. Η εμφάνισή της σήμανε άσχημα νέα για τα ευρωπαϊκά εκτροφεία κουνελιών, αλλά για τους Αυστραλούς αγρότες τα νέα ήταν καλά, εφόσον δέκα εκατομμύρια κουνέλια εξαλείφθηκαν τους πρώτους δύο μήνες μετά την εμφάνισή της. Ο ιός φαίνεται πως περιορίζεται στα κουνέλια, τα οποία πεθαίνουν 30 ως 40 ώρες μετά τη μόλυνση, χωρίς ορατά σημάδια ταλαιπωρίας. Το 2003, η ασθένεια αυτή είχε μειώσει τον πληθυσμό των κουνελιών σε πολλές από τις πιο ξηρές περιοχές της Αυστραλίας κατά 85 τοις εκατό ή περισσότερο.
Απαλλαγμένες από τα κουνέλια που τσιμπολογούσαν το φύλλωμά τους, οι ενδημικές ορχιδέες σε κάποιο εθνικό πάρκο της Νότιας Αυστραλίας οχταπλασιάστηκαν μέσα σε λιγότερο από πέντε χρόνια. Σε άλλα μέρη εκείνης της πολιτείας, παρατηρήθηκε «σημαντική πρώιμη αναπαραγωγή των ενδημικών θάμνων . . . σε περιοχές όπου είχαν σημειωθεί επανειλημμένα εξάρσεις της ασθένειας», αναφέρει το περιοδικό Έκος (Ecos). Σε ορισμένες περιοχές, η έλλειψη κουνελιών έχει επίσης οδηγήσει στη μείωση των εισαγόμενων αρπακτικών, όπως είναι οι αλεπούδες και οι αγριόγατες. Τόσο οι οικολόγοι όσο και οι αγρότες είναι ικανοποιημένοι με την αποτελεσματικότητα
αυτού του νέου όπλου, εφόσον τα κουνέλια έχουν κοστίσει στην οικονομία της Αυστραλίας ως και 350 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο. Ωστόσο, δεν γνωρίζουμε ακόμη ποια θα είναι η μακροπρόθεσμη επίδραση αυτής της ασθένειας στον ανθεκτικό πληθυσμό των κουνελιών της Αυστραλίας.Από Ένδοξος Ιππότης, Αποκρουστικός Φρύνος
Μολονότι οι επιστήμονες έχουν ίσως κερδίσει τη μάχη με τα άγρια κουνέλια, φαίνεται πως δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα με έναν πιο πρόσφατο εισβολέα—το θαλάσσιο φρύνο. Όπως και το κουνέλι, αυτό το ανεπιθύμητο πλάσμα δεν εισέβαλε λαθραία στη χώρα αλλά εισάχθηκε σκόπιμα. Για ποιο λόγο;
Στις αρχές του 20ού αιώνα, δύο είδη σκαθαριών απείλησαν την ύπαρξη της βιομηχανίας ζαχαροκάλαμου της Αυστραλίας, η οποία σήμερα αποφέρει ετησίως 1,2 δισεκατομμύρια ευρώ στην οικονομία. Το 1935 ο θαλάσσιος φρύνος, ένα αμφίβιο σε μέγεθος γροθιάς που είχε τη φήμη του αδηφάγου θηρευτή σκαθαριών, θεωρούνταν ο σωτήρας των καλλιεργητών ζαχαροκάλαμου. Παρά τις επιφυλάξεις μερικών επιστημόνων, ο φρύνος εισάχθηκε από τη Νότια Αμερική μέσω της Χαβάης και απελευθερώθηκε στις φυτείες ζαχαροκάλαμου του Κουίνσλαντ.
Μόλις συνέβη αυτό, ο θαλάσσιος φρύνος αγνόησε τα σκαθάρια και έγινε «λιποτάκτης». Αυτά τα πλάσματα είναι τοξικά σε κάθε στάδιο της ανάπτυξής τους από τότε που βρίσκονται στο αβγό μέχρι την ενηλικίωση. Καθώς μεταμορφώνονται από γυρίνοι σε φρύνους, κάτω από το δέρμα τους αναπτύσσονται ειδικοί αδένες, οι οποίοι, όταν ενοχληθούν οι φρύνοι, εκκρίνουν ένα πολύ δηλητηριώδες, γαλακτώδες και γλοιώδες υγρό. Οι θαλάσσιοι φρύνοι είναι γνωστό ότι σκοτώνουν ενδημικές σαύρες, φίδια, άγρια σκυλιά, ακόμη και κροκόδειλους που είναι αρκετά ανόητοι ώστε να τους καταπιούν. Αναπαράγονται σε μεγάλους αριθμούς και τώρα έχουν εξαπλωθεί σε απόσταση 900 και πλέον χιλιομέτρων από τα αρχικά σημεία στα οποία απελευθερώθηκαν. Η πυκνότητα του πληθυσμού τους είναι δεκαπλάσια από αυτήν που συναντάται στη χώρα προέλευσής τους, τη Βενεζουέλα. Σαν Βιβλική πληγή, εισβάλλουν σε αγρούς, κατακλύζουν σπίτια και κρύβονται σε λεκάνες τουαλέτας. Προελαύνοντας με ρυθμό 30 χιλιομέτρων το χρόνο, έχουν εισχωρήσει τώρα σε μια περιοχή που θα μπορούσε να περιγραφτεί ως ο παράδεισος των φρύνων—το Εθνικό Πάρκο Κακαντού, το οποίο περιλαμβάνεται στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς και βρίσκεται στο Διαμέρισμα Βορείου Εδάφους. Η αυστραλιανή κυβέρνηση έχει δαπανήσει εκατομμύρια δολάρια Αυστραλίας για τη χρηματοδότηση ερευνών με στόχο την ανακοπή της προέλασης των φρύνων, αλλά δεν έχει βρεθεί καμία αποτελεσματική μέθοδος. Η μάχη δεν έχει τελειώσει, αλλά μέχρι στιγμής νικητές είναι οι φρύνοι.
Ποιος Είναι ο Λόγος της Σύγκρουσης;
Σε ένα αδιατάρακτο οικοσύστημα, οι οργανισμοί έχουν τους δικούς τους φυσικούς μηχανισμούς περιορισμού του πληθυσμού τους. Ωστόσο, όταν ξεφεύγουν από το σύστημα ελέγχου του ενδημικού τους περιβάλλοντος, φαινομενικά αβλαβή πλάσματα μπορεί να αναπαράγονται τόσο γρήγορα ώστε να σπέρνουν τον όλεθρο.
Η τεράστια βλάβη που προκαλείται από τους ανεξέλεγκτους πληθυσμούς εισαγόμενων ζώων και φυτών δεν είχε προβλεφθεί από τους πρώτους Ευρωπαίους αποίκους στην Αυστραλία. Ασφαλώς, πολλά εισαγόμενα είδη αποδείχτηκαν ωφέλιμα. Στην πραγματικότητα, οι Αυστραλοί εξαρτώνται τώρα πλήρως από εισαγόμενα είδη φυτών και ζώων—πρόβατα, βοοειδή, σιτάρι, ρύζι και άλλα είδη διατροφής. Ωστόσο, το κουνέλι και ο θαλάσσιος φρύνος αποτελούν αφυπνιστική υπενθύμιση της ανάγκης που υπάρχει να είναι οι άνθρωποι προσεκτικοί όταν αποφασίζουν να επέμβουν στον εκπληκτικά περίπλοκο ιστό της ζωής στη γη.
[Υποσημείωση]
[Εικόνα στη σελίδα 26]
Ένας ήρωας που έγινε ανεπιθύμητος—η εισβολή του θαλάσσιου φρύνου συνεχίζεται
[Ευχαριστίες]
U.S. Geological Survey/φωτογραφία από Hardin Waddle
[Εικόνα στη σελίδα 26]
Διψασμένοι εισβολείς σε νερόλακκο στο νησί Γουόρντανγκ, στον Κόλπο Σπένσερ της Νότιας Αυστραλίας
[Ευχαριστίες]
Ευγενής παραχώρηση από CSIRO
[Ευχαριστίες για την προσφορά των εικόνων στη σελίδα 25]
Κουνέλια: Department of Agriculture, Western Australia· φρύνος: David Hancock/© SkyScans