Επιμελής Αναζήτηση
Ένα Γράμμα από την Ιρλανδία
Επιμελής Αναζήτηση
Ο ΚΑΙΡΟΣ ήταν, όπως λέμε εδώ, μαλακός και σήμερα. Το ψιλόβροχο που έπεφτε συνεχώς άφηνε σταγονίτσες στο παρμπρίζ και δεν μου επέτρεπε να δω καθαρά την ύπαιθρο γύρω μου. Έπειτα από διαδρομή 16 χιλιομέτρων, έφτασα στην κορυφή του λόφου που βλέπει από ψηλά το Γουέστπορτ, μια μικρή παράκτια πόλη στα δυτικά της Ιρλανδίας. Τελικά, ο ήλιος διέλυσε την ομίχλη και αποκάλυψε δεκάδες νησάκια ολόγυρα στον κόλπο, τα οποία ήταν τόσο όμορφα ώστε έμοιαζαν με σμαράγδια πάνω σε μπλε βελούδο. Μερικά μόνο κατοικούνται, αλλά οι ντόπιοι κτηνοτρόφοι μεταφέρουν με το καράβι τα ζώα τους σε κάποια από αυτά για βοσκή.
Μια λοφοσειρά συνεχίζεται κατά μήκος της ακτής προς τα δυτικά. Οι φτέρες, η τύρφη και τα ρείκια που καλύπτουν αυτούς τους λόφους τούς έδιναν την όψη στιλβωμένου χαλκού στο φως του απογευματινού ήλιου. Το Κρόου Πάτρικ, η κωνική βουνοκορφή την οποία οι ντόπιοι ονομάζουν Ρικ, δέσποζε στον ορίζοντα. Συνέχισα με δυσκολία την πορεία μου μέσα από τους κατάμεστους και στενούς δρόμους του Γουέστπορτ, πέρασα το Ρικ, και κατευθύνθηκα σε μια περιοχή που την επισκέπτονται σπάνια οι Μάρτυρες του Ιεχωβά.
Ο άνθρωπος για τον οποίο έκανα αυτό το ταξίδι δεν ήξερε ότι θα ερχόμουν σήμερα. Είχα λάβει ένα γράμμα που έλεγε ότι είχε μετακομίσει πρόσφατα εδώ και ήθελε να συνεχίσει τις Γραφικές του συζητήσεις με τους Μάρτυρες. Σκεφτόμουν: “Πόσο χρονών να είναι άραγε; Είναι άγαμος ή παντρεμένος; Ποια είναι τα ενδιαφέροντά του;” Έριξα μια ματιά στην τσάντα δίπλα μου και προσπάθησα να θυμηθώ αν είχα όντως πάρει μαζί μου Αγία Γραφή καθώς και μια ποικιλία Γραφικών εντύπων. Σκεφτόμουν τι θα μπορούσα να του πω προκειμένου να εγείρω περισσότερο το ενδιαφέρον του για το άγγελμα της Βασιλείας.
Το Ρικ ήταν πλέον πίσω μου. Άδεια χωράφια, περιφραγμένα με ξερολιθιές, πολλές από τις οποίες χτίστηκαν κατά τη Μεγάλη Πείνα του 19ου αιώνα, δημιουργούσαν ένα μωσαϊκό που έφτανε μέχρι τη θάλασσα. Πάνω από το τοπίο, γλιστρούσε αβίαστα στον αέρα ένας μοναχικός γλάρος. Μακριά στο βάθος, συστάδες από κράταιγους και τσαπουρνιές που έμοιαζαν με καμπουριασμένα γεροντάκια έστρεφαν τα νώτα τους στον άνεμο.
Δεν υπάρχουν ονόματα οδών και αριθμοί σπιτιών σε αυτή την αγροτική περιοχή. Η διεύθυνση του ανθρώπου ήταν ένα όνομα σπιτιού και το τάουνλαντ. a Ο πρώτος μου στόχος, όμως, ήταν να βρω το μοναδικό άνθρωπο ο οποίος γνωρίζει σίγουρα πού μένει ο καθένας—τον ταχυδρόμο. Τριάντα λεπτά αργότερα, σε μια σειρά ομοιόμορφων σπιτιών χτισμένων κλιμακωτά, βρήκα το ταχυδρομείο, ένα δωμάτιο ειδικά διαμορφωμένο γι’ αυτόν το σκοπό. Στην πόρτα υπήρχε η πινακίδα «Κλειστό». Χωρίς να πτοηθώ, ρώτησα σε κάποιο μαγαζί και μου έδωσαν οδηγίες για το πώς να πάω στην περιοχή του τάουνλαντ.
Αφού οδήγησα άλλα οχτώ χιλιόμετρα, βρήκα το σημάδι που ζητούσα—μια απότομη στροφή στα δεξιά με έναν στενό αγροτικό δρόμο στα αριστερά. Χτύπησα την πόρτα ενός σπιτιού εκεί κοντά. Βγήκε μια ηλικιωμένη γυναίκα και μου είπε με καμάρι ότι είχε ζήσει εκεί όλη της τη ζωή αλλά δυστυχώς δεν ήξερε πού βρισκόταν ο άνθρωπος τον οποίο έψαχνα. Μου είπε ότι θα έκανε ένα τηλεφώνημα και με προσκάλεσε μέσα.
Καθώς μιλούσε, δεν έπαψε να με κοιτάζει, διερωτώμενη αναμφίβολα ποιος ήμουν και τι ήθελα. Πρόσεξα ένα αγαλματάκι της Παρθένου Μαρίας δίπλα στην πόρτα και μια μεγάλη εικόνα του Χριστού στον τοίχο. Στο τραπέζι της κουζίνας υπήρχε ένα ροζάριο. Για να την καθησυχάσω, της είπα απλώς: «Έχω ένα σημαντικό μήνυμα για αυτόν από κάποιους φίλους».
Ήρθε και ο σύζυγός της και άρχισε να μου λέει την ιστορία της περιοχής. Στο μεταξύ, η κυρία δεν μπόρεσε να μάθει τίποτα από το πρώτο τηλεφώνημα και επέμεινε να περιμένω να τηλεφωνήσει και αλλού. Από ό,τι φαινόταν, κανένας δεν ήξερε ούτε τον άνθρωπο ούτε το σπίτι. Κοίταξα το ρολόι μου. Είχε περάσει η ώρα. Κατάλαβα ότι θα έπρεπε να προσπαθήσω ξανά κάποια άλλη φορά. Ευχαρίστησα και τους δύο για τη βοήθειά τους, μπήκα στο αυτοκίνητο και άρχισα το μακρύ ταξίδι της επιστροφής.
Ξαναπήγα την επόμενη εβδομάδα. Αυτή τη φορά, συνάντησα τον ταχυδρόμο και πήρα σαφείς οδηγίες. Δεκαπέντε λεπτά αργότερα, βρήκα το σταυροδρόμι που μου είχε περιγράψει. Έστριψα αριστερά σε ένα δρομάκι και πήγα πάνω κάτω αρκετές φορές, ψάχνοντας το επόμενο σημάδι, ένα παλιό πέτρινο γεφύρι. Δεν το έβρισκα. Τελικά, βρήκα τυχαία το τελευταίο σημάδι, και εκεί, στην κορυφή του λόφου, είδα το σπίτι για το οποίο είχα διαθέσει τόσο χρόνο και είχα κάνει τόσο κόπο για να το βρω.
Στάθηκα για λίγο να σκεφτώ πώς θα παρουσίαζα τα καλά νέα. Μου άνοιξε ένας ηλικιωμένος. «Λυπάμαι», είπε, «αλλά το σπίτι που ψάχνετε είναι εκεί απέναντι». Μου έδειξε ένα σπίτι μέσα στα δέντρα. Γεμάτος ανυπομονησία, προχώρησα ως εκεί και χτύπησα την πόρτα. Ενόσω περίμενα, ατένιζα τον Ατλαντικό Ωκεανό, λίγες εκατοντάδες μόνο μέτρα πιο πέρα. Ο άνεμος είχε δυναμώσει και τα κύματα άφριζαν καθώς έσκαγαν στην πεντακάθαρη ακτή που εκτεινόταν επί χιλιόμετρα. Ψυχή δεν υπήρχε εκεί γύρω αλλά ούτε και στο σπίτι.
Έκανα άλλες δύο φορές το ταξίδι ώσπου τελικά συνάντησα έναν νεαρό. «Αυτό είναι το σπίτι», είπε, «αλλά ο προηγούμενος ένοικος, αυτός που ψάχνεις, έχει μετακομίσει και δεν ξέρω πού πήγε». Του εξήγησα το λόγο της επίσκεψής μου και διαπίστωσα ότι αυτός ο νεαρός δεν είχε μιλήσει ποτέ προηγουμένως με Μάρτυρες του Ιεχωβά. Είχε πέσει θύμα ληστείας και αναρωτιόταν γιατί ο Θεός επέτρεψε να συμβεί αυτό καθώς και άλλες αδικίες. Δέχτηκε ευχαρίστως τα τρέχοντα περιοδικά Σκοπιά και Ξύπνα! τα οποία ασχολούνταν ακριβώς με το συγκεκριμένο θέμα.
Οι Γραφές μάς δίνουν την εντολή να αναζητούμε επιμελώς τα προβατοειδή άτομα. Δυστυχώς, δεν βρήκα τον άνθρωπο που έψαχνα. Εντούτοις, δεν θεωρώ σε καμία περίπτωση ότι οι προσπάθειές μου πήγαν χαμένες. Πολλά άτομα στην Ιρλανδία λαχταρούν να μάθουν το άγγελμα της Βασιλείας και, με την ευλογία του Ιεχωβά, οι μικροί σπόροι της αλήθειας που σπάρθηκαν σε εκείνον τον νεαρό μπορεί κάποια μέρα να καρποφορήσουν.
[Υποσημείωση]
a Στην Ιρλανδία, το τάουνλαντ είναι μια γεωγραφική έκταση και επινοήθηκε ως όρος τον 11ο αιώνα. Τα τάουνλαντ ποικίλλουν σε μέγεθος και μερικά μπορεί να περιλαμβάνουν εκατοντάδες κατοικίες. Τα ονόματά τους χρησιμοποιούνται στο ταχυδρομικό σύστημα της Ιρλανδίας.